Η εξέλιξη του τρίποντου στο μπάσκετ

Το μπάσκετ εφευρέθηκε το 1891 από τον Τζέιμς Νέισμιθ, χωρίς αρχικά να υπάρχει η έννοια του τρίποντου – κάθε καλάθι μετρούσε το ίδιο, καθώς η γραμμή του τριπόντου ήταν ακόμα ανύπαρκτη εκείνη την εποχή[1]. Η ιδέα ενός σουτ που θα αξίζει περισσότερους από δύο πόντους προτάθηκε για πρώτη φορά τη δεκαετία του 1930 από τον προπονητή Χάουαρντ Χόμπσον του Πανεπιστημίου Όρεγκον[2]. Ο Χόμπσον οραματίστηκε ότι τα πολύ μακρινά σουτ θα έπρεπε να ανταμείβονται παραπάνω, κάτι που δοκίμασε πειραματικά σε έναν αγώνα κολεγιακού επιπέδου το 1945. Συγκεκριμένα, στις 7 Φεβρουαρίου 1945, σε αγώνα μεταξύ Κολούμπια και Φόρνταμ, εφαρμόστηκε για πρώτη φορά δοκιμαστικά μια γραμμή τριπόντου (στα ~6.4 μέτρα) – ο αγώνας αυτός έμεινε στην ιστορία ως το πρώτο παιχνίδι που χρησιμοποιήθηκε το τρίποντο, μια καινοτομία του Χόμπσον[3]. Οι παίκτες και το κοινό ενθουσιάστηκαν με το νέο αυτό “μακρινό” καλάθι, αν και προκάλεσε και σύγχυση αρχικά (αφού μερικοί παίκτες ξεχνούσαν να ντριμπλάρουν τρέχοντας προς τη γραμμή)[4]. Παρότι το πείραμα δεν υιοθετήθηκε αμέσως, ανέδειξε την θεαματικότητα ενός μακρινού σουτ που μετράει παραπάνω – ο ίδιος ο Χόμπσον το περιέγραψε ως «το πιο εντυπωσιακό παίξιμο στο μπάσκετ»[5].
Η ιδέα του τριπόντου άρχισε να κερδίζει έδαφος τις επόμενες δεκαετίες. Το 1961, η νεοσύστατη American Basketball League (ABL) – μια επαγγελματική λίγκα που ίδρυσε ο Έιμπ Σάπερσταϊν (γνωστός από τους Harlem Globetrotters) – έγινε το πρώτο πρωτάθλημα που εφάρμοσε επίσημα τη γραμμή του τριπόντου. Η απόσταση τότε ορίστηκε στα ~25 πόδια (7.6 μέτρα) από το καλάθι[6]. Το εγχείρημα θεωρήθηκε ριζοσπαστικό για την εποχή και συνοδεύτηκε και από άλλες καινοτομίες (όπως φαρδύτερη ρακέτα), όμως η ABL δεν μακροημέρευσε – διαλύθηκε το 1963, αφήνοντας όμως ως παρακαταθήκη την ιδέα του τριπόντου που αργότερα υιοθέτησαν οι υπόλοιποι[7][6].

Λίγα χρόνια μετά, το 1967, η ανταγωνιστική προς το ΝΒΑ λίγκα ABA (American Basketball Association) εισήγαγε και αυτή το τρίποντο από την πρώτη της σεζόν, με σκοπό να δώσει στο παιχνίδι περισσότερη θεαματικότητα και “σόου” για τους φιλάθλους[8]. Το τρίποντο έγινε σήμα-κατατεθέν του πιο φαντεζί στιλ παιχνιδιού της ABA και αγαπήθηκε από το κοινό. Όταν η ABA συγχωνεύθηκε με το ΝΒΑ το 1976, η ιδέα του σουτ τριών πόντων βρισκόταν ήδη στο προσκήνιο, όμως το NBA παρέμενε διστακτικό να την υιοθετήσει επίσημα. Πολλοί παράγοντες και προπονητές του NBA εκείνης της εποχής αντιμετώπιζαν το τρίποντο ως “τρικ” δανεισμένο από την πιο “ανώριμη” ABA και φοβούνταν ότι θα αλλοίωνε το παραδοσιακό παιχνίδι[9][10].
Στο μεταξύ, το τρίποντο άρχισε να καθιερώνεται και εκτός ΗΠΑ. Η FIBA (διεθνής ομοσπονδία μπάσκετ) το εισήγαγε το 1984 στους κανονισμούς των διεθνών αγώνων, αρχικά με απόσταση 6.25 μέτρα από το καλάθι (περίπου 20,5 πόδια), η οποία αργότερα επεκτάθηκε στα 6.75μ το 2010[11]. Στο κολεγιακό πρωτάθλημα των ΗΠΑ, το τρίποντο δοκιμάστηκε σε ορισμένες περιφέρειες στις αρχές του ’80 και τελικά υιοθετήθηκε πανεθνικά στην Division I το 1986-87 με απόσταση 19 πόδια και 9 ίντσες (~6.02μ)[12]. Η καθολική εισαγωγή του τριπόντου στο NCAA εκείνη τη σεζόν θεωρείται ορόσημο που άλλαξε και το κολεγιακό παιχνίδι. Όλες αυτές οι εξελίξεις άνοιξαν τον δρόμο ώστε και το ΝΒΑ να δοκιμάσει επιτέλους το τρίποντο στα τέλη της δεκαετίας του ’70.

Το NBA αποφάσισε τελικά να εισαγάγει τη γραμμή του τριπόντου τη σεζόν 1979-80, αρχικά σε πειραματική βάση διάρκειας ενός έτους[13]. Η απόσταση ορίστηκε στα 23 πόδια και 9 ίντσες (7.24μ) στο κέντρο και 22 πόδια (6.7μ) στις γωνίες[14], όπως παραμένει μέχρι σήμερα. Στις 12 Οκτωβρίου 1979 σημειώθηκε το πρώτο τρίποντο στην ιστορία του ΝΒΑ από τον Κρις Φορντ των Boston Celtics, σε ένα παιχνίδι εναντίον των Houston Rockets[13]. Εκείνη τη χρονιά το μέτρο κρίθηκε επιτυχημένο και μονιμοποιήθηκε, παρά τις αρχικές αντιρρήσεις ορισμένων “παραδοσιακών” του αθλήματος.
Τα πρώτα χρόνια, πάντως, το τρίποντο χρησιμοποιούνταν σπάνια και αντιμετωπιζόταν περισσότερο ως περιφερειακό βοήθημα παρά ως βασικό στοιχείο τακτικής. Είναι χαρακτηριστικό ότι την πρώτη σεζόν (1979-80) οι ομάδες έπαιρναν κατά μέσο όρο μόλις 2.8 προσπάθειες τριών πόντων ανά αγώνα[15]. Πολλοί παίκτες και προπονητές δεν ήταν ακόμη εξοικειωμένοι με το νέο κανονισμό και τον θεωρούσαν περισσότερο μια μικρή καινοτομία – εξ ου και το χαμηλό ποσοστό συμμετοχής του τριπόντου στο παιχνίδι εκείνη την εποχή[16]. Σταδιακά όμως, με την εμφάνιση εύστοχων σουτέρ όπως ο Λάρι Μπερντ τη δεκαετία του ’80, φάνηκε ότι το τρίποντο μπορούσε να γίνει ισχυρό όπλο. Ο Μπερντ και άλλοι σουτέρ άρχισαν να αναδεικνύουν την αξία των μακρινών σουτ στο ΝΒΑ, κερδίζοντας διαγωνισμούς τριπόντων και ενσωματώνοντάς τα περισσότερο στο παιχνίδι[17]. Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’80, κάθε ομάδα είχε 1-2 “σπεσιαλίστες” τριποντέρ, ενώ τα ποσοστά ευστοχίας ανέβαιναν, πείθοντας ολοένα και περισσότερους ότι το μακρινό σουτ άξιζε τη θέση του στην τακτική.
(Αξίζει να σημειωθεί ότι το ΝΒΑ πειραματίστηκε περαιτέρω στα μέσα των ’90s: από το 1994 ως το 1997 έφερε προσωρινά τη γραμμή του τρίποντου πιο κοντά (στα 22 πόδια ή ~6.7μ παντού) ώστε να αυξηθεί το σκορ, πριν την επαναφέρει στη σημερινή της απόσταση. Αυτό το διάστημα είδαμε απότομη αύξηση ευστοχίας, αλλά και παίκτες με όχι τόσο καλό σουτ να επιχειρούν περισσότερα τρίποντα. Τελικά το 1997 η απόσταση επανήλθε στα 7.24/6.7μ, καθώς κρίθηκε ότι η προσωρινή αλλαγή αλλοίωνε υπερβολικά το παιχνίδι.)
Συνολικά, η υιοθέτηση του τριπόντου από το ΝΒΑ σηματοδότησε μια σημαντική στροφή. Από εκεί που το παιχνίδι ήταν επί δεκαετίες προσανατολισμένο στο ποστ και στα σουτ μέσης απόστασης, ξαφνικά άνοιξε μια νέα διάσταση στο παρκέ. Οι προπονητές έπρεπε πλέον να σχεδιάζουν επιθέσεις λαμβάνοντας υπόψη τη “γραμμή του τρίποντου”, ενώ και οι άμυνες έπρεπε να βγουν πιο έξω. Το τρίποντο πέρασε από το στάδιο του «αμφιλεγόμενου πειράματος» στην αρχή, στην καθιέρωση ως ένα ακόμα εργαλείο – αν και μέχρι τα 90s η χρήση του παρέμενε σχετικά περιορισμένη (λίγα τρίποντα ανά αγώνα συγκριτικά με σήμερα).
Για περίπου τρεις δεκαετίες μετά την εισαγωγή του, το τρίποντο αργά αλλά σταθερά κέρδιζε έδαφος. Ο πραγματικός μετασχηματισμός όμως – η λεγόμενη “επανάσταση του τρίποντου” – ήρθε την τελευταία δεκαετία, παράλληλα με την άνοδο της ανάλυσης δεδομένων (analytics) στο μπάσκετ. Από τα mid-2010s και μετά, οι ομάδες του ΝΒΑ υιοθέτησαν μαζικά στρατηγικές που δίνουν πρωταγωνιστικό ρόλο στα τρίποντα, οδηγώντας σε μια ραγδαία αύξηση των προσπαθειών έξω από τα 7.25 μέτρα[15]. Χαρακτηριστικά, ενώ το 1979-80 – όπως προαναφέρθηκε – επιχειρούνταν λιγότερα από 3 τρίποντα ανά αγώνα, μέχρι τη σεζόν 2018-19 ο μέσος όρος είχε εκτοξευθεί στα 32 τρίποντα ανά ομάδα ανά αγώνα[18].
Πολλά πρόσωπα συνδέθηκαν με αυτή την “τριποντική επανάσταση”. Στα μέσα των 2000s, ο προπονητής Μάικ ντ’Άντονι και οι Phoenix Suns εφάρμοσαν ένα γρήγορο σύστημα («7 seconds or less») που βασιζόταν σε γρήγορες επιθέσεις και πολλά τρίποντα. Οι Suns (2004-2007) ήταν από τις πρώτες ομάδες με σαφή έμφαση στο τρίποντο – σούταραν ~25 τρίποντα ανά παιχνίδι με εντυπωσιακή ευστοχία σχεδόν 40%, κατακτώντας συνεχώς 58+ νίκες στη σεζόν[19][20]. Αν και εκείνη την εποχή το ΝΒΑ συνολικά επιχειρούσε γύρω στα 15-18 τρίποντα ανά αγώνα κατά μέσο όρο[20], η επιτυχία των Suns έδειξε τον δρόμο που θα ακολουθούσαν κι άλλοι.
Η πραγματική έκρηξη ήρθε τη δεκαετία του 2010. Ο Στεφ Κάρι και οι Golden State Warriors απέδειξαν περίτρανα την αξία του τριπόντου, κατακτώντας πολλούς τίτλους με όπλο το περιφερειακό σουτ. Ο Κάρι, ίσως ο κορυφαίος σουτέρ τριών πόντων στην ιστορία, μαζί με τον Κλέι Τόμπσον δημιούργησαν ένα δίδυμο που τρομοκρατούσε τις άμυνες έξω από τη γραμμή, οδηγώντας τους Warriors σε 5 συνεχόμενους τελικούς NBA (2015-2019) και 3 πρωταθλήματα. Η επιρροή του Κάρι ήταν τόσο μεγάλη που πολλοί αποκαλούν την εποχή αυτή “The Steph Effect” – ουσιαστικά κάθε ομάδα προσπάθησε να βρει τον «δικό της Κάρι» και να σουτάρει περισσότερο από την περίμετρο. Παράλληλα, στην Ανατολή, οι Houston Rockets υπό τον GM Ντάριλ Μόρι εφάρμοσαν ακραία φιλοσοφία “Moreyball”: προέτρεψαν το σουτ σχεδόν μόνο κοντά στο καλάθι ή πίσω από τα 7.25, αποφεύγοντας τα μεσαία σουτ ως χαμηλότερης αξίας. Με προπονητή τον ίδιο τον Ντ’Άντονι (2016-2020) και ηγέτη τον Τζέιμς Χάρντεν, οι Rockets έσπασαν κάθε ρεκόρ σε απόπειρες τριπόντων. Το 2017-18 είχαν το κορυφαίο ρεκόρ πρωταθλήματος (65-17) επιχειρώντας πάνω από 40 τρίποντα ανά παιχνίδι, ενώ το 2018-19 σούταραν κατά μέσο όρο σχεδόν 45 τρίποντα σε κάθε αγώνα – αριθμός αδιανόητος σε προηγούμενες δεκαετίες[18].
Συνολικά, από τις αρχές των 2010s μέχρι το 2020, το ΝΒΑ βίωσε ένα πρωτόγνωρο κύμα τριπόντων. Κάθε χρόνο σημειωνόταν νέο ρεκόρ αριθμού προσπαθειών ανά αγώνα για το πρωτάθλημα, για δέκα συνεχόμενες σεζόν[21][22]. Σύμφωνα με μελέτη του 2021, οι ομάδες του 2020-21 έπαιρναν τις περισσότερες προσπάθειες τριών πόντων στην ιστορία και ευστοχούσαν σε ποσοστά ρεκόρ: συνολικά οι ομάδες σούταραν με ~36,8% πίσω από το τόξο, το υψηλότερο ποσοστό όλων των εποχών (ξεπερνώντας οριακά το προηγούμενο ρεκόρ 36,7% του 2008-09, όταν όμως τότε επιχειρούσαν μόλις ~18 τρίποντα ανά αγώνα)[23]. Αυτό δείχνει ότι όχι μόνο αυξήθηκε ο όγκος των σουτ, αλλά βελτιώθηκε και η αποτελεσματικότητα των παικτών στο τρίποντο, χάρη στην εξάσκηση και την καλύτερη επιλογή σουτ (συχνά μέσω analytics).
Η επίδραση των analytics είναι εμφανής: η στατιστική ανάλυση ανέδειξε ότι το 3-ποντο (αξίας 3 πόντων) είναι συχνά πιο αποδοτικό ανά προσπάθεια από ένα δύσκολο δίποντο (2 πόντων), ειδικά αν η ευστοχία στο τρίποντο είναι άνω του ~33%. Έτσι, πολλές ομάδες αναδιαμόρφωσαν την επιθετική τους φιλοσοφία ώστε να αυξήσουν το ποσοστό των πόντων από τρίποντα. Το 2010-11 περίπου το 22% των συνολικών σουτ των ομάδων ήταν πίσω από τη γραμμή, ενώ μέχρι το 2020-21 το ποσοστό αυτό είχε εκτοξευτεί στο 39%[24]. Σήμερα, γύρω στο 35-40% των πόντων των ομάδων προέρχεται από τρίποντα, όταν στα 90s το αντίστοιχο ποσοστό ήταν μόλις ~10-15%. Είναι χαρακτηριστικό ότι έχει περάσει σχεδόν μια δεκαετία από τότε που κέρδισε ομάδα αγώνα ΝΒΑ χωρίς να ευστοχήσει έστω και σε ένα τρίποντο – πλέον κάθε νικητής αγώνα έχει στο ενεργητικό του κάποιο τρίποντο[24].
Βεβαίως, η στρατηγική του “βρέχει τρίποντα” έχει και ρίσκα. Ένα διάσημο περιστατικό είναι ο έβδομος τελικός της Δύσης το 2018: οι Houston Rockets, εν μέσω καταιγισμού τριπόντων, αστόχησαν 27 συνεχόμενα τρίποντα σε κρίσιμο σημείο (7/44 συνολικά στο παιχνίδι) και γνώρισαν την ήττα από τους Golden State Warriors, χάνοντας έτσι την πρόκριση στους Τελικούς ΝΒΑ[25]. Αυτό το παιχνίδι έγινε συνώνυμο του «θύματος της στατιστικής»: έδειξε πώς μια ομάδα που βασίζεται υπέρμετρα στο τρίποντο μπορεί να πληγεί από μια παρατεταμένη αστοχία. Παρόλα αυτά, οι περισσότερες ομάδες δεν αποθαρρύνθηκαν – αντιθέτως διπλασίασαν τις προσπάθειές τους να βελτιώσουν το σουτ και να εξασφαλίσουν περισσότερους καλούς σουτέρ στο ρόστερ τους, ώστε να μειώσουν τις πιθανότητες τέτοιων «ψυχρών» βραδιών.
Η άνοδος του τριπόντου έχει φέρει ορατές αλλαγές στο αγωνιστικό προφίλ του μπάσκετ. Οι επιθέσεις πλέον απλώνονται περισσότερο στο γήπεδο, με καλύτερο spacing και περισσότερη κυκλοφορία, καθώς οι άμυνες πρέπει να καλύπτουν τους σουτέρ στην περιφέρεια. Δείκτης αυτής της αλλαγής είναι η συνολική αύξηση της αποτελεσματικότητας των ομάδων: Το 2020, οι Dallas Mavericks σημείωσαν τον υψηλότερο δείκτη offensive rating στην ιστορία (115,9 πόντους ανά 100 κατοχές) και λίγους μήνες μετά αρκετές ομάδες ξεπέρασαν ακόμα και αυτόν τον αριθμό – επίδοση που οι αναλυτές αποδίδουν σε μεγάλο βαθμό στην “έκρηξη” του τρίποντου και στο ότι οι ομάδες πλέον επιλέγουν πιο αποδοτικές προσπάθειες[21]. Επίσης, το effective field goal percentage (eFG%) – ένας δείκτης ευστοχίας που δίνει 50% επιπλέον βάρος στα τρίποντα – έχει ανέβει σε επίπεδα ρεκόρ στο σύγχρονο ΝΒΑ, αντανακλώντας ακριβώς την αξία των τριπόντων. Οι κορυφαίες ομάδες και παίκτες σε eFG% σήμερα είτε είναι εξαιρετικοί σουτέρ 3 πόντων, είτε επωφελούνται από το spacing που δημιουργεί η απειλή του τρίποντου, πετυχαίνοντας πιο εύκολα καλάθια κοντά στο στεφάνι.
Ωστόσο, η κυριαρχία του τρίποντου δεν έρχεται χωρίς αντιδράσεις. Ορισμένοι βετεράνοι του χώρου εκφράζουν ανησυχία ότι το παιχνίδι έχει γίνει «μονοδιάστατο» ή προβλέψιμο, με τις ομάδες να σουτάρουν συνεχώς από μακριά. Ακόμα και ο Ντάριλ Μόρι, ο αρχιτέκτονας του “3-point revolution” στους Rockets, παραδέχθηκε πρόσφατα πως ίσως το τρίποντο να έχει γίνει υπερβολικά καθοριστικός παράγοντας. Ο Μόρι πρότεινε μάλιστα ότι ιδανικά το τρίποντο θα έπρεπε να μετράει για 2,5 πόντους αντί για 3, θεωρώντας ότι «τους δώσαμε υπερβολικό μπόνους» – δηλαδή ότι η διαφορά 3 vs 2 πόντων είναι πολύ μεγάλη και στρεβλώνει το παιχνίδι προς μία κατεύθυνση[26][27]. Φυσικά, καμία τέτοια αλλαγή κανονισμού δεν διαφαίνεται άμεσα στον ορίζοντα, αλλά το γεγονός ότι ένας από τους πρωτεργάτες της “επανάστασης των analytics” το συζητά δείχνει πως υπάρχει προβληματισμός.
Παράλληλα, μια μελέτη του 2024 από το Syracuse University ανέδειξε κάτι ενδιαφέρον: καθώς όλες οι ομάδες πλέον εκτελούν μαζικά τρίποντα, το συγκριτικό πλεονέκτημα του τρίποντου έχει αρχίσει να μειώνεται. Συγκεκριμένα, υπολογίστηκε ότι τα τελευταία χρόνια η αναμενόμενη αξία μιας προσπάθειας τριών πόντων (με βάση το ποσοστό ευστοχίας ×3) έχει πέσει ελαφρώς κάτω από την αναμενόμενη αξία μιας προσπάθειας δύο πόντων[28][29]. Λαμβάνοντας υπόψη και τις βολές (φάουλ σε δίποντες προσπάθειες κτλ.), οι αναλυτές κατέληξαν ότι από το 2017-18 και μετά, το μέσο τρίποντο αποδίδει λιγότερους πόντους κατά προσέγγιση απ’ ό,τι το μέσο δίποντο[28][29]. Αυτό συμβαίνει επειδή οι άμυνες έχουν πλέον προσαρμοστεί καλύτερα στο μακρινό σουτ και επίσης σχεδόν όλοι οι παίκτες παίρνουν τρίποντα (όχι μόνο οι πιο εύστοχοι). Με άλλα λόγια, το “premium” που προσέφερε κάποτε το τρίποντο φαίνεται να έχει «ξεφουσκώσει» λίγο, καθώς το πλεονέκτημα αντισταθμίστηκε από τη γενικευμένη χρήση του.
Τι σημαίνουν όλα αυτά για το μέλλον; Είναι πιθανό ότι το παιχνίδι θα συνεχίσει να περιστρέφεται γύρω από το τρίποντο, αλλά με κάποιες προσαρμογές. Ήδη μερικοί προπονητές και παίκτες τονίζουν την ανάγκη ισορροπίας: όσο πολύτιμο κι αν είναι το τρίποντο, παραμένει σημαντικό να υπάρχει ποικιλία – διεισδύσεις, παιχνίδι στο ποστ, mid-range όταν δίνεται. Το είδαμε να επιβεβαιώνεται και στους πρόσφατους τελικούς ή playoffs: ομάδες που συνδυάζουν το μακρινό σουτ με ευελιξία στο σκοράρισμα φαίνεται να έχουν πλεονέκτημα έναντι ομάδων μονοθεματικών. Πάντως, εάν η τάση των τριπόντων συνεχιστεί να εντείνεται, δεν αποκλείεται στο μέλλον το ΝΒΑ να εξετάσει παρεμβάσεις (π.χ. μεγαλύτερες διαστάσεις γηπέδου ή διαφορετική βαθμολόγηση) – προς το παρόν όμως δεν υπάρχει κάτι επίσημο.
Συμπερασματικά, το τρίποντο έχει διανύσει μια αξιοθαύμαστη διαδρομή: από την πλήρη ανυπαρξία του στις αρχές του 20ού αιώνα, έγινε μια τολμηρή ιδέα στα μέσα του αιώνα, εισήχθη διστακτικά στο επαγγελματικό μπάσκετ το 1979, και τελικά εξελίχθηκε στον κυριότερο ίσως παράγοντα διαμόρφωσης του σύγχρονου παιχνιδιού. Σήμερα, κανείς δεν αμφισβητεί ότι το τρίποντο αποτελεί θεμελιώδες κομμάτι της μπασκετικής στρατηγικής – ένα “όπλο” απαραίτητο στο οπλοστάσιο κάθε ομάδας. Η πρόκληση που απομένει είναι η σωστή ισορροπία: να χρησιμοποιείται μεν η δύναμη των τριπόντων, χωρίς όμως να χάνεται η πολυμορφία και η δεξιοτεχνία που κάνουν το μπάσκετ συναρπαστικό. Οι αριθμοί και οι τάσεις θα συνεχίσουν να παρακολουθούνται στενά, αλλά όπως δείχνει και η ιστορία, το άθλημα θα προσαρμοστεί δυναμικά – όπως έκανε πάντα – διατηρώντας το θέαμα και την αποτελεσματικότητα σε υψηλό επίπεδο.
Κείμενο - Έρευνα: Ιάσονας Τζίτζης (Αθλητής Μπάσκετ Ε.Σ. Νέας Μάκρης)
Πηγές: Naismith’s 13 Rules (USA Basketball); Columbia Magazine – “Long Shot” (2017); Wikipedia (ABL, Abe Saperstein; Three-point field goal; Three-point revolution); Chicago Mag; From Way Downtown blog; Marygrove College Athletics – “Evolution of the Three-Pointer”; Syracuse Univ. News; Basketball-reference; NBA.com; CBSSports; Houston Chronicle; κ.ά. [3][7][18][25][26][28].
[1] [2] [6] [10] [11] [14] [16] [17] The Evolution of the Three-Pointer in Men's Basketball
https://www.marygrovemustangs.com/the-evolution-of-the-three-pointer-in-mens-basketball.html
[3] [4] [5] [12] Long Shot | Columbia Magazine
https://magazine.columbia.edu/article/long-shot-0
[7] American Basketball League (1961–1962) - Wikipedia
https://en.wikipedia.org/wiki/American_Basketball_League_(1961%E2%80%931962)
[8] [9] [15] [18] [19] [20] Three-point revolution - Wikipedia
https://en.wikipedia.org/wiki/Three-point_revolution
[13] This Day In History: Oct. 12 - The first 3-point field goal | NBA.com
https://www.nba.com/news/this-day-in-history-oct-12-the-first-3-point-field-goal
[21] [22] [23] [26] [27] 76ers president Daryl Morey says 3-pointers should be worth 2.5 points: 'It's just too big of a bonus' - CBSSports.com
[24] [28] [29] Deflation: Study Shows NBA 3-Point Shot Has Lost Its Value — Syracuse University News
https://news.syr.edu/blog/2024/02/09/deflation-study-shows-nba-3-point-shot-has-lost-its-value/
[25] LeBron rehashes 1 of Rockets' most embarrassing moments
https://www.chron.com/sports/rockets/article/rockets-27-missed-threes-19435698.php



